Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀνοματισμός
ὀνοματογραφία
ὀνοματοθέσια
ὀνοματοθεσία
ὀνοματοθετέω
ὀνοματοθέτης
ὀνοματοθετικός
ὀνοματοθήρας
ὀνοματολόγος
ὀνοματομάχος
ὀνοματοποιέω
ὀνοματοποίησις
ὀνοματοποιία
ὀνοματοποιός
ὀνοματουργία
ὀνοματουργός
ὀνοματώδης
ὀνόπορδον
ὀνοπρόσωπος
ὀνόπυξος
ὀνόρυγχος
View word page
ὀνοματοποιέω
to coin names

ShortDef

to coin names

Debugging

Headword:
ὀνοματοποιέω
Headword (normalized):
ὀνοματοποιέω
Headword (normalized/stripped):
ονοματοποιεω
IDX:
62309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62310
Key:

Data

{'content': 'to coin names'}