Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὄνομα
ὀνομάζω
ὄνομαι
ὀνομαίνω
ὀνομακλήδην
ὀνομακλήτωρ
ὀνομακλυτός
ὀνομάκλυτος
Ὀνόμαρχος
ὀνομασία
ὀνόμασις
ὀνομαστέον
ὀνομαστής
ὀνομαστί
ὀνομαστικός
ὀνομαστός
ὀνοματίζω
ὀνοματικός
ὀνοματισμός
ὀνοματογραφία
ὀνοματοθέσια
View word page
ὀνόμασις
naming; choice of words (LSJ Supp)
ShortDef
naming; choice of words (LSJ Supp)
Debugging
Headword:
ὀνόμασις
Headword (normalized):
ὀνόμασις
Headword (normalized/stripped):
ονομασις
IDX:
62291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62292
Key:
Data
{'content': 'naming; choice of words (LSJ Supp)'}