Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀνοκτηνοτρόφος
ὄνομα
ὀνομάζω
ὄνομαι
ὀνομαίνω
ὀνομακλήδην
ὀνομακλήτωρ
ὀνομακλυτός
ὀνομάκλυτος
Ὀνόμαρχος
ὀνομασία
ὀνόμασις
ὀνομαστέον
ὀνομαστής
ὀνομαστί
ὀνομαστικός
ὀνομαστός
ὀνοματίζω
ὀνοματικός
ὀνοματισμός
ὀνοματογραφία
View word page
ὀνομασία
name

ShortDef

name

Debugging

Headword:
ὀνομασία
Headword (normalized):
ὀνομασία
Headword (normalized/stripped):
ονομασια
IDX:
62290
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62291
Key:

Data

{'content': 'name'}