Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀνικός
ὀνίνημι
ὄνιννος
ὀνίς
ὀνίσκος
ὀνῖτις
ὄννα
ὀνοβατέω
ὀνοβάτις
ὀνοβρυχίς
ὀνόγαστρις
ὀνοειδής
ὀνοθήλεια
ὀνοθήρας
ὀνοκένταυρα
ὀνοκέφαλος
ὀνοκίνδιος
ὀνοκόμος
ὀνοκόπος
ὀνοκρόταλος
ὀνοκτηνοτρόφος
View word page
ὀνόγαστρις
fat paunch

ShortDef

fat paunch

Debugging

Headword:
ὀνόγαστρις
Headword (normalized):
ὀνόγαστρις
Headword (normalized/stripped):
ονογαστρις
IDX:
62270
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62271
Key:

Data

{'content': 'fat paunch'}