Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀνητός
ὀνθολόγος
ὄνθος
ὀνθοφόρος
ὀνθύλευσις
ὀνθυλεύω
ὀνίας
ὀνίδιον
ὀνικός
ὀνίνημι
ὄνιννος
ὀνίς
ὀνίσκος
ὀνῖτις
ὄννα
ὀνοβατέω
ὀνοβάτις
ὀνοβρυχίς
ὀνόγαστρις
ὀνοειδής
ὀνοθήλεια
View word page
ὄνιννος
millepede
ShortDef
millepede
Debugging
Headword:
ὄνιννος
Headword (normalized):
ὄνιννος
Headword (normalized/stripped):
ονιννος
IDX:
62262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62263
Key:
Data
{'content': 'millepede'}