Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀνειρόφρων
ὀνειρωγμός
ὀνειρώδης
ὀνείρωξις
ὀνειρώσσω
ὀνέλαφος
ὀνεύω
ὀνή
ὀνηλασία
ὀνηλάσιον
ὀνηλατέω
ὀνηλάτης
ὀνηλατικός
ὀνήλατος
ὀνημάξιον
Ὀνήσιλος
ὀνήσιμος
ὀνησίπολις
ὄνησις
ὀνησιφόρος
ὀνητός
View word page
ὀνηλατέω
drive donkeys

ShortDef

drive donkeys

Debugging

Headword:
ὀνηλατέω
Headword (normalized):
ὀνηλατέω
Headword (normalized/stripped):
ονηλατεω
IDX:
62242
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62243
Key:

Data

{'content': 'drive donkeys'}