Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀμφητήρ
ὁμωνυμέω
ὁμωνυμία
ὁμώνυμος
ὁμωροφέω
ὁμωρόφιος
ὅμως
ὁμῶς
ὁμωχέτας
ὀναγός
ὀνάγρα
ὀνάγρεια
ὀνάγρινος
ὀναγρόβοτος
ὄναγρος
ὀνάλα
ὄναρ
ὀνεία
ὄνειαρ
ὀνείδειος
ὀνειδίζω
View word page
ὀνάγρα
oleander, Nerium Oleander
ShortDef
oleander, Nerium Oleander
Debugging
Headword:
ὀνάγρα
Headword (normalized):
ὀνάγρα
Headword (normalized/stripped):
οναγρα
IDX:
62181
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62182
Key:
Data
{'content': 'oleander, Nerium Oleander'}