Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀμφαλητομία
ὀμφαλητόμος
Ὀμφάλιον
ὀμφάλιος
ὀμφαλίς
ὀμφαλιστήρ
ὀμφαλοειδής
ὀμφαλόεις
ὀμφαλόκαρπος
ὀμφαλός
ὀμφαλοτομητέον
ὀμφαλωτός
ὄμφαξ
ὀμφή
ὀμφήεις
ὀμφητήρ
ὁμωνυμέω
ὁμωνυμία
ὁμώνυμος
ὁμωροφέω
ὁμωρόφιος
View word page
ὀμφαλοτομητέον
one must sever the navel-string
ShortDef
one must sever the navel-string
Debugging
Headword:
ὀμφαλοτομητέον
Headword (normalized):
ὀμφαλοτομητέον
Headword (normalized/stripped):
ομφαλοτομητεον
IDX:
62166
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62167
Key:
Data
{'content': 'one must sever the navel-string'}