Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμοσκηνία
ὁμόσκηνος
ὁμοσκηνόω
ὁμόσπλαγχνος
ὁμοσπονδέω
ὁμόσπονδος
ὁμόσπορος
ὁμόσσυτος
ὁμοστεγέω
ὅμοστιξ
ὁμοστιχάω
ὁμόστοιχος
ὁμόστολος
ὁμόστοργος
ὁμοσυγγενέτας
ὁμοσύγγονος
ὁμοσύζυξ
ὁμόσφυρος
ὁμοσχημονέω
ὁμοσχήμων
ὁμόσχολος
View word page
ὁμοστιχάω
walk together with

ShortDef

walk together with

Debugging

Headword:
ὁμοστιχάω
Headword (normalized):
ὁμοστιχάω
Headword (normalized/stripped):
ομοστιχαω
IDX:
62068
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62069
Key:

Data

{'content': 'walk together with'}