Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάπαιστος
ἀναπαιστρίς
ἀναπαίτητος
ἀναπαίω
ἀναπαλαίω
ἀναπαλεύω
ἀναπάλη
ἀνάπαλιν
ἀναπαλινδρομέω
ἀναπάλλακτος
ἀναπαλλοτρίωτος
ἀναπάλλω
ἀνάπαλος
ἀνάπαλσις
ἀναπάντητος
ἀναπαρθένευσις
ἀναπαριάζω
ἀναπάρτιστος
ἀναπάσσω
ἀναπατάσσω
ἀναπατέω
View word page
ἀναπαλλοτρίωτος
inalienable

ShortDef

inalienable

Debugging

Headword:
ἀναπαλλοτρίωτος
Headword (normalized):
ἀναπαλλοτρίωτος
Headword (normalized/stripped):
αναπαλλοτριωτος
IDX:
6203
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6204
Key:

Data

{'content': 'inalienable'}