Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁμόκτιτος
ὁμόκτυπος
ὁμοκωμήτης
ὁμόλεκτρος
ὁμολεχής
ὁμόλικος
ὁμολογέω
ὁμολόγημα
ὁμολόγησις
ὁμολογητέον
ὁμολογητής
ὁμολογητικός
ὁμολογία
ὁμόλογος
ὁμολογουμένως
ὁμομαθής
ὁμομαστιγίας
ὁμομήτριος
ὁμόναος
ὁμόνεκρος
ὁμονοεῖον
View word page
ὁμολογητής
sponsor
ShortDef
sponsor
Debugging
Headword:
ὁμολογητής
Headword (normalized):
ὁμολογητής
Headword (normalized/stripped):
ομολογητης
IDX:
61994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61995
Key:
Data
{'content': 'sponsor'}