Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμοιόχρονος
ὁμοιόχροος
ὁμοιοχρώματος
ὁμοιόχωρος
ὁμοιόω
ὁμοίωμα
ὁμοιωματικός
ὁμοίως
ὁμοίωσις
ὁμοιωτής
ὁμοιωτικός
ὁμόκαποι
ὁμοκαρπέω
ὁμοκατάληκτος
ὁμοκάτοικος
ὁμοκέλευθος
ὁμόκεντρος
ὁμόκηνσος
ὁμοκίνητος
ὁμοκλά
ὁμοκλάω
View word page
ὁμοιωτικός
assimilative

ShortDef

assimilative

Debugging

Headword:
ὁμοιωτικός
Headword (normalized):
ὁμοιωτικός
Headword (normalized/stripped):
ομοιωτικος
IDX:
61963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61964
Key:

Data

{'content': 'assimilative'}