Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμοίεδρος
ὁμοίιος
ὁμοίιος2
ὁμοιοβαρής
ὁμοιόβιος
ὁμοιογένεια
ὁμοιογενής
ὁμοιογονία
ὁμοιογραφέω
ὁμοιόγραφος
ὁμοιοειδής
ὁμοιόθερμος
ὁμοιόθριξ
ὁμοιοκαταληκτέω
ὁμοιοκατάληκτος
ὁμοιοκαταληκτώδης
ὁμοιοκαταληξία
ὁμοιοκάταρκτος
ὁμοιοκίνητος
ὁμοιοκλινής
ὁμοιόκριθος
View word page
ὁμοιοειδής
of like form, species

ShortDef

of like form, species

Debugging

Headword:
ὁμοιοειδής
Headword (normalized):
ὁμοιοειδής
Headword (normalized/stripped):
ομοιοειδης
IDX:
61897
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61898
Key:

Data

{'content': 'of like form, species'}