Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμόγονος
ὁμόγραμμος
ὁμογραφέω
ὁμόγραφος
ὁμοδαίμων
ὁμόδαις
ὁμοδέμνιος
ὁμοδημέω
ὁμοδημία
ὁμόδημος
ὁμοδίαιτα
ὁμοδίαιτος
ὁμόδιφρος
ὁμοδογματέω
ὁμοδογματία
ὁμοδοξέω
ὁμοδοξία
ὁμόδοξος
ὁμόδουλος
ὁμόδουπος
ὁμοδρομέω
View word page
ὁμοδίαιτα
living in a common establishment

ShortDef

living in a common establishment

Debugging

Headword:
ὁμοδίαιτα
Headword (normalized):
ὁμοδίαιτα
Headword (normalized/stripped):
ομοδιαιτα
IDX:
61844
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61845
Key:

Data

{'content': 'living in a common establishment'}