Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμίχλη
ὀμίχλη
ὀμιχλήεις
ὀμιχλοειδής
ὀμιχλόομαι
ὄμμα
ὀμμάτειος
ὀμματογράφος
ὀμματοποιός
ὀμματοσταγεῖς
ὀμματοστερής
ὀμματόφυλλα
ὀμματόω
ὄμνυμι
ὁμόβιος
ὁμοβλαστέω
ὁμοβλαστής
ὁμοβουλέω
ὁμοβώμιος
ὁμογάλακτες
ὁμόγαμβροι
View word page
ὀμματοστερής
bereft of eyes

ShortDef

bereft of eyes

Debugging

Headword:
ὀμματοστερής
Headword (normalized):
ὀμματοστερής
Headword (normalized/stripped):
ομματοστερης
IDX:
61810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61811
Key:

Data

{'content': 'bereft of eyes'}