Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁμαυλία
ὅμαυλος
ὀμβρέω
ὀμβρηγενής
ὄμβρημα
ὀμβρηρός
ὄμβρησις
ὀμβρία
ὀμβρικός
Ὀμβρικός
ὄμβριος
ὀμβροβλυτέω
ὀμβροδόκος
ὀμβροκτύπος
ὀμβροποιός
ὄμβρος
ὄμβρος2
ὀμβροτόκος
ὀμβροφόρος
ὀμβροχαρής
ὀμβρόω
View word page
ὄμβριος
rainy, of rain

ShortDef

rainy, of rain

Debugging

Headword:
ὄμβριος
Headword (normalized):
ὄμβριος
Headword (normalized/stripped):
ομβριος
IDX:
61741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61742
Key:

Data

{'content': 'rainy, of rain'}