Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ὀλυμπιονίκας
Ὀλυμπιονίκη
Ὀλυμπιονίκης
Ὀλυμπιόνικος
Ὀλύμπιος
Ὀλυμπόθεν
Ὄλυμπόνδε
Ὄλυμπος
ὀλυνθάζω
ὀλύνθη
Ὀλυνθιακός
Ὀλύνθιος
ὄλυνθος
Ὄλυνθος
ὄλυρα
ὄλυραι
ὀλύρινος
ὀλυρίτης
ὀλυροκόπος
ὀλυρόκριθον
ὅλωσις
View word page
Ὀλυνθιακός
of or relating to Olynthus
ShortDef
of or relating to Olynthus
Debugging
Headword:
Ὀλυνθιακός
Headword (normalized):
ὀλυνθιακός
Headword (normalized/stripped):
ολυνθιακος
IDX:
61686
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61687
Key:
Data
{'content': 'of or relating to Olynthus'}