Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλοσκωληκόβρωτος
ὁλοσμαράγδινος
ὁλοσπάς
ὁλοσπόνδειος
Ὀλοσσών
ὁλόστεον
ὁλοστήμων
ὁλόστομος
ὁλοστρόγγυλος
ὁλόστροφος
ὁλόσφαλτος
ὁλοσφύρατος
ὁλοσφύριον
ὁλόσφυρος
ὁλόσφυρος2
ὁλοσχέρεια
ὁλοσχερής
ὁλόσχιστος
ὁλόσχοινος
ὄλοσχος
ὁλοσώματος
View word page
ὁλόσφαλτος
quite defective

ShortDef

quite defective

Debugging

Headword:
ὁλόσφαλτος
Headword (normalized):
ὁλόσφαλτος
Headword (normalized/stripped):
ολοσφαλτος
IDX:
61621
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61622
Key:

Data

{'content': 'quite defective'}