Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλός
ὅλος
ὁλοσηρικοπράτης
ὁλοσηρικός
ὁλοσίδηρος
ὁλόσκιος
ὁλοσκωληκόβρωτος
ὁλοσμαράγδινος
ὁλοσπάς
ὁλοσπόνδειος
Ὀλοσσών
ὁλόστεον
ὁλοστήμων
ὁλόστομος
ὁλοστρόγγυλος
ὁλόστροφος
ὁλόσφαλτος
ὁλοσφύρατος
ὁλοσφύριον
ὁλόσφυρος
ὁλόσφυρος2
View word page
Ὀλοσσών
Olosson

ShortDef

Olosson

Debugging

Headword:
Ὀλοσσών
Headword (normalized):
ὀλοσσών
Headword (normalized/stripped):
ολοσσων
IDX:
61615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61616
Key:

Data

{'content': 'Olosson'}