Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλόπτερος
ὀλόπτω
ὁλόπυρος
ὁλόρριζος
ὀλός
ὅλος
ὁλοσηρικοπράτης
ὁλοσηρικός
ὁλοσίδηρος
ὁλόσκιος
ὁλοσκωληκόβρωτος
ὁλοσμαράγδινος
ὁλοσπάς
ὁλοσπόνδειος
Ὀλοσσών
ὁλόστεον
ὁλοστήμων
ὁλόστομος
ὁλοστρόγγυλος
ὁλόστροφος
ὁλόσφαλτος
View word page
ὁλοσκωληκόβρωτος
entirely eaten by worms

ShortDef

entirely eaten by worms

Debugging

Headword:
ὁλοσκωληκόβρωτος
Headword (normalized):
ὁλοσκωληκόβρωτος
Headword (normalized/stripped):
ολοσκωληκοβρωτος
IDX:
61611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61612
Key:

Data

{'content': 'entirely eaten by worms'}