Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλοποιέω
ὁλοποιός
ὁλοπόρφυρος
ὁλοπράσινος
ὁλόπτερος
ὀλόπτω
ὁλόπυρος
ὁλόρριζος
ὀλός
ὅλος
ὁλοσηρικοπράτης
ὁλοσηρικός
ὁλοσίδηρος
ὁλόσκιος
ὁλοσκωληκόβρωτος
ὁλοσμαράγδινος
ὁλοσπάς
ὁλοσπόνδειος
Ὀλοσσών
ὁλόστεον
ὁλοστήμων
View word page
ὁλοσηρικοπράτης
holosericoprata, silkmercer

ShortDef

holosericoprata, silkmercer

Debugging

Headword:
ὁλοσηρικοπράτης
Headword (normalized):
ὁλοσηρικοπράτης
Headword (normalized/stripped):
ολοσηρικοπρατης
IDX:
61607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61608
Key:

Data

{'content': 'holosericoprata, silkmercer'}