Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὄλονθος
ὀλονθοφορέω
ὀλονθοφόρος
ὁλονύκτιος
ὁλόξηρος
ὁλόομαι
ὀλοός
ὀλοόφρων
ὁλόπαππος
ὁλοποιέω
ὁλοποιός
ὁλοπόρφυρος
ὁλοπράσινος
ὁλόπτερος
ὀλόπτω
ὁλόπυρος
ὁλόρριζος
ὀλός
ὅλος
ὁλοσηρικοπράτης
ὁλοσηρικός
View word page
ὁλοποιός
creating the whole

ShortDef

creating the whole

Debugging

Headword:
ὁλοποιός
Headword (normalized):
ὁλοποιός
Headword (normalized/stripped):
ολοποιος
IDX:
61598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61599
Key:

Data

{'content': 'creating the whole'}