Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλομέλας
ὁλομέλεια
ὁλομελέω
ὁλομελής
ὁλομερής
ὁλόμεστος
ὅλονθος
ὄλονθος
ὀλονθοφορέω
ὀλονθοφόρος
ὁλονύκτιος
ὁλόξηρος
ὁλόομαι
ὀλοός
ὀλοόφρων
ὁλόπαππος
ὁλοποιέω
ὁλοποιός
ὁλοπόρφυρος
ὁλοπράσινος
ὁλόπτερος
View word page
ὁλονύκτιος
the whole night through

ShortDef

the whole night through

Debugging

Headword:
ὁλονύκτιος
Headword (normalized):
ὁλονύκτιος
Headword (normalized/stripped):
ολονυκτιος
IDX:
61591
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61592
Key:

Data

{'content': 'the whole night through'}