Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὄλολυς
ὁλομάδιστος
ὁλόμαζος
ὁλομέλας
ὁλομέλεια
ὁλομελέω
ὁλομελής
ὁλομερής
ὁλόμεστος
ὅλονθος
ὄλονθος
ὀλονθοφορέω
ὀλονθοφόρος
ὁλονύκτιος
ὁλόξηρος
ὁλόομαι
ὀλοός
ὀλοόφρων
ὁλόπαππος
ὁλοποιέω
ὁλοποιός
View word page
ὄλονθος
edible fruit of the wild fig
ShortDef
edible fruit of the wild fig
Debugging
Headword:
ὄλονθος
Headword (normalized):
ὄλονθος
Headword (normalized/stripped):
ολονθος
IDX:
61588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61589
Key:
Data
{'content': 'edible fruit of the wild fig'}