Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλοκωνῖτις
ὁλολαμπής
ὁλόλευκος
ὁλόλιθος
ὁλόλιτος
ὀλολυγά
ὀλολυγαῖος
ὀλολυγή
ὀλόλυγμα
ὀλολυγμός
ὀλολυγών
ὀλολύζω
ὀλολυκτόλης
ὀλολύκτρια
ὄλολυς
ὁλομάδιστος
ὁλόμαζος
ὁλομέλας
ὁλομέλεια
ὁλομελέω
ὁλομελής
View word page
ὀλολυγών
animal

ShortDef

animal

Debugging

Headword:
ὀλολυγών
Headword (normalized):
ὀλολυγών
Headword (normalized/stripped):
ολολυγων
IDX:
61574
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61575
Key:

Data

{'content': 'animal'}