Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλοθούριον
ὀλοθρευτής
ὀλοθρευτικός
ὀλοθρεύω
ὁλοίτροχος
ὀλοίτροχος
ὁλοκάθαρος
ὁλοκάλαμος
ὁλόκαλος
ὁλοκαρπόομαι
ὁλόκαρπος
ὁλοκάρπωμα
ὁλοκάρπωσις
ὁλοκαυτέω
ὁλόκαυτος
ὁλοκαυτόω
ὁλοκαύτωμα
ὁλοκαύτωσις
ὁλοκληρέω
ὁλοκληρία
ὁλόκληρος
View word page
ὁλόκαρπος
brought as a whole offering

ShortDef

brought as a whole offering

Debugging

Headword:
ὁλόκαρπος
Headword (normalized):
ὁλόκαρπος
Headword (normalized/stripped):
ολοκαρπος
IDX:
61549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61550
Key:

Data

{'content': 'brought as a whole offering'}