Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλοεργής
ὁλοήμερος
ὁλοθούριον
ὀλοθρευτής
ὀλοθρευτικός
ὀλοθρεύω
ὁλοίτροχος
ὀλοίτροχος
ὁλοκάθαρος
ὁλοκάλαμος
ὁλόκαλος
ὁλοκαρπόομαι
ὁλόκαρπος
ὁλοκάρπωμα
ὁλοκάρπωσις
ὁλοκαυτέω
ὁλόκαυτος
ὁλοκαυτόω
ὁλοκαύτωμα
ὁλοκαύτωσις
ὁλοκληρέω
View word page
ὁλόκαλος
entirely beautiful

ShortDef

entirely beautiful

Debugging

Headword:
ὁλόκαλος
Headword (normalized):
ὁλόκαλος
Headword (normalized/stripped):
ολοκαλος
IDX:
61547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61548
Key:

Data

{'content': 'entirely beautiful'}