Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁλόγυρος
ὁλοδάκτυλος
ὀλοεργής
ὁλοήμερος
ὁλοθούριον
ὀλοθρευτής
ὀλοθρευτικός
ὀλοθρεύω
ὁλοίτροχος
ὀλοίτροχος
ὁλοκάθαρος
ὁλοκάλαμος
ὁλόκαλος
ὁλοκαρπόομαι
ὁλόκαρπος
ὁλοκάρπωμα
ὁλοκάρπωσις
ὁλοκαυτέω
ὁλόκαυτος
ὁλοκαυτόω
ὁλοκαύτωμα
View word page
ὁλοκάθαρος
completely pure
ShortDef
completely pure
Debugging
Headword:
ὁλοκάθαρος
Headword (normalized):
ὁλοκάθαρος
Headword (normalized/stripped):
ολοκαθαρος
IDX:
61545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61546
Key:
Data
{'content': 'completely pure'}