Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὅλμος
Ὄλμωνες
Ὀλμωνεύς
ὁλοάργυρος
ὁλόβηρον
ὁλόβραχυς
ὁλογράμματος
ὁλογραφέω
ὁλογραφία
ὁλόγραφος
ὁλόγυρος
ὁλοδάκτυλος
ὀλοεργής
ὁλοήμερος
ὁλοθούριον
ὀλοθρευτής
ὀλοθρευτικός
ὀλοθρεύω
ὁλοίτροχος
ὀλοίτροχος
ὁλοκάθαρος
View word page
ὁλόγυρος
entirely round, all round

ShortDef

entirely round, all round

Debugging

Headword:
ὁλόγυρος
Headword (normalized):
ὁλόγυρος
Headword (normalized/stripped):
ολογυρος
IDX:
61535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61536
Key:

Data

{'content': 'entirely round, all round'}