Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁλκίον
Ὄλκιον
ὁλκός
ὁλκός2
ὄλλιξ
ὄλλυμι
ὁλμειός
ὁλμισκοειδής
ὁλμίσκος
ὁλμοειδῶς
Ὅλμοι
ὁλμοκοπέω
ὁλμοκόπος
ὁλμοποιός
ὅλμος
Ὄλμωνες
Ὀλμωνεύς
ὁλοάργυρος
ὁλόβηρον
ὁλόβραχυς
ὁλογράμματος
View word page
Ὅλμοι
Holmi
ShortDef
Holmi
Debugging
Headword:
Ὅλμοι
Headword (normalized):
ὅλμοι
Headword (normalized/stripped):
ολμοι
IDX:
61521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61522
Key:
Data
{'content': 'Holmi'}