Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁλίζω
ὁλικός
ὁλικότης
ὄλινοι
ὀλισβοκόλλιξ
ὄλισβος
ὀλισθάνω
ὀλισθήεις
ὀλίσθημα
ὀλισθηρός
ὀλίσθησις
ὀλισθητικός
ὀλισθογνωμονέω
ὄλισθος
ὀλισθός
Ὀλκάδες
ὁλκαδικός
ὁλκαδοχρίστης
ὁλκάζω
ὁλκαία
ὁλκαῖον
View word page
ὀλίσθησις
slipping and falling

ShortDef

slipping and falling

Debugging

Headword:
ὀλίσθησις
Headword (normalized):
ὀλίσθησις
Headword (normalized/stripped):
ολισθησις
IDX:
61494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61495
Key:

Data

{'content': 'slipping and falling'}