Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλιγωρέω
ὀλιγώρημα
ὀλιγωρητέον
ὀλιγωρία
ὀλίγωρος
ὀλιγωφελής
ὀλιζόω
ὁλίζω
ὁλικός
ὁλικότης
ὄλινοι
ὀλισβοκόλλιξ
ὄλισβος
ὀλισθάνω
ὀλισθήεις
ὀλίσθημα
ὀλισθηρός
ὀλίσθησις
ὀλισθητικός
ὀλισθογνωμονέω
ὄλισθος
View word page
ὄλινοι
sheaves of barley

ShortDef

sheaves of barley

Debugging

Headword:
ὄλινοι
Headword (normalized):
ὄλινοι
Headword (normalized/stripped):
ολινοι
IDX:
61487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61488
Key:

Data

{'content': 'sheaves of barley'}