Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλιγόωρος
ὀλιγωρέω
ὀλιγώρημα
ὀλιγωρητέον
ὀλιγωρία
ὀλίγωρος
ὀλιγωφελής
ὀλιζόω
ὁλίζω
ὁλικός
ὁλικότης
ὄλινοι
ὀλισβοκόλλιξ
ὄλισβος
ὀλισθάνω
ὀλισθήεις
ὀλίσθημα
ὀλισθηρός
ὀλίσθησις
ὀλισθητικός
ὀλισθογνωμονέω
View word page
ὁλικότης
universality

ShortDef

universality

Debugging

Headword:
ὁλικότης
Headword (normalized):
ὁλικότης
Headword (normalized/stripped):
ολικοτης
IDX:
61486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61487
Key:

Data

{'content': 'universality'}