Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλιγόστιχος
ὀλιγοστός
ὀλιγοσυλλαβία
ὀλιγοσύλλαβος
ὀλιγοσύνδεσμος
ὀλιγοσώματος
ὀλιγότης
ὀλιγοτιμάω
ὀλιγοτοκέω
ὀλιγοτοκία
ὀλιγοτόκος
ὀλιγότριχος
ὀλιγοτροφία
ὀλιγότροφος
ὀλιγόϋδρος
ὀλιγόϋλος
ὀλιγοϋπνέω
ὀλιγοϋπνία
ὀλιγόϋπνος
ὀλιγοφιλία
ὀλιγοφόρος
View word page
ὀλιγοτόκος
bringing forth few

ShortDef

bringing forth few

Debugging

Headword:
ὀλιγοτόκος
Headword (normalized):
ὀλιγοτόκος
Headword (normalized/stripped):
ολιγοτοκος
IDX:
61447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61448
Key:

Data

{'content': 'bringing forth few'}