Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀλιγοσιτέω
ὀλιγοσιτία
ὀλιγόσιτος
ὀλιγόσπερμος
ὀλιγοστάδιος
ὀλιγοστιχία
ὀλιγόστιχος
ὀλιγοστός
ὀλιγοσυλλαβία
ὀλιγοσύλλαβος
ὀλιγοσύνδεσμος
ὀλιγοσώματος
ὀλιγότης
ὀλιγοτιμάω
ὀλιγοτοκέω
ὀλιγοτοκία
ὀλιγοτόκος
ὀλιγότριχος
ὀλιγοτροφία
ὀλιγότροφος
ὀλιγόϋδρος
View word page
ὀλιγοσύνδεσμος
sparing of conjunctions

ShortDef

sparing of conjunctions

Debugging

Headword:
ὀλιγοσύνδεσμος
Headword (normalized):
ὀλιγοσύνδεσμος
Headword (normalized/stripped):
ολιγοσυνδεσμος
IDX:
61441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61442
Key:

Data

{'content': 'sparing of conjunctions'}