Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀκτωκαιεικοσίφθογγος
ὀκτωκαιεικοστός
ὀκτωκαιτριακοντάμετρος
ὀκτωκαιτριακόντεδρον
ὀκτώμηνος
ὀκτώπους
ὀκτώφορος
ὄκωχα
ὁλάργυρος
ὀλβία
Ὄλβια
ὀλβίζω
ὀλβιόβιος
ὀλβιογάστωρ
ὀλβιοδαίμων
ὀλβιόδωρος
ὀλβιοδώτης
ὀλβιοεργός
ὀλβιόθυμος
ὀλβιόπλουτος
ὄλβιος
View word page
Ὄλβια
the Alps

ShortDef

the Alps

Debugging

Headword:
Ὄλβια
Headword (normalized):
ὄλβια
Headword (normalized/stripped):
ολβια
IDX:
61288
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61289
Key:

Data

{'content': 'the Alps'}