Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνανδρία
ἀνανδριεῖς
ἀνανδρόομαι
ἄνανδρος
ἀνάνδρωτος
ἀνανεάζω
ἀνανέμω
ἀνανέομαι
ἀνανεόομαι
ἀνάνετος
ἀνάνευσις
ἀνανευστικῶς
ἀνανεύω
ἀνανέω
ἀνανέωσις
ἀνανεωτής
ἀνανεωτικός
ἀνανήφω
ἀνανήχομαι
ἀνανθέω
ἀνανθής
View word page
ἀνάνευσις
return, revival

ShortDef

return, revival

Debugging

Headword:
ἀνάνευσις
Headword (normalized):
ἀνάνευσις
Headword (normalized/stripped):
ανανευσις
IDX:
6126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6127
Key:

Data

{'content': 'return, revival'}