Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀκτάτροχος
ὀκτάτυπος
ὀκτάφορος
ὀκτάχορδος
ὀκτάχρονος
ὀκταχῶς
ὀκτήρης
ὀκτώ
ὀκτώβιβλος
ὀκτώβολοι
ὀκτωή
ὀκτώιμος
ὀκτωκαίδεκα
ὀκτωκαιδεκάδραχμος
ὀκτωκαιδεκαετηρίς
ὀκτωκαιδεκαέτης
ὀκτωκαιδεκάκις
ὀκτωκαιδεκάπεδος
ὀκτωκαιδεκάπηχυς
ὀκτωκαιδεκαπλάσιος
ὀκτωκαιδεκάς
View word page
ὀκτωή
hold, stay
ShortDef
hold, stay
Debugging
Headword:
ὀκτωή
Headword (normalized):
ὀκτωή
Headword (normalized/stripped):
οκτωη
IDX:
61262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61263
Key:
Data
{'content': 'hold, stay'}