Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀκτάς
ὀκτάσημος
ὀκτασκελής
ὀκτασοῦφος
ὀκτασσός
ὀκταστάδιος
ὀκτάστυλος
ὀκτάσφαιρος
ὀκτάτευχος
ὀκτάτομος
ὀκτάτονος
ὀκτάτροπος
ὀκτάτροχος
ὀκτάτυπος
ὀκτάφορος
ὀκτάχορδος
ὀκτάχρονος
ὀκταχῶς
ὀκτήρης
ὀκτώ
ὀκτώβιβλος
View word page
ὀκτάτονος
eight-stretched

ShortDef

eight-stretched

Debugging

Headword:
ὀκτάτονος
Headword (normalized):
ὀκτάτονος
Headword (normalized/stripped):
οκτατονος
IDX:
61250
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61251
Key:

Data

{'content': 'eight-stretched'}