Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀκτάρρυμος
ὀκτάς
ὀκτάσημος
ὀκτασκελής
ὀκτασοῦφος
ὀκτασσός
ὀκταστάδιος
ὀκτάστυλος
ὀκτάσφαιρος
ὀκτάτευχος
ὀκτάτομος
ὀκτάτονος
ὀκτάτροπος
ὀκτάτροχος
ὀκτάτυπος
ὀκτάφορος
ὀκτάχορδος
ὀκτάχρονος
ὀκταχῶς
ὀκτήρης
ὀκτώ
View word page
ὀκτάτομος
divided into eight tomes

ShortDef

divided into eight tomes

Debugging

Headword:
ὀκτάτομος
Headword (normalized):
ὀκτάτομος
Headword (normalized/stripped):
οκτατομος
IDX:
61249
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61250
Key:

Data

{'content': 'divided into eight tomes'}