Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀκτάκνημος
ὀκτακόσιοι
ὀκτακοσιοστός
ὀκτακότυλος
ὀκτάκωλος
ὀκτάλοβος
ὀκταλοχία
ὀκταμερής
ὀκτάμετρος
ὀκταμηνιαῖος
ὀκτάμηνος
ὀκτάξεστος
ὀκταούγκιον
Ὀκτάουιος
ὀκταπάλαιστος
ὀκτάπηχυς
ὀκταπλασιάζω
ὀκταπλάσιος
ὀκτάπλεθρος
ὀκταπλόος
ὀκταπόδης
View word page
ὀκτάμηνος
eight months old
ShortDef
eight months old
Debugging
Headword:
ὀκτάμηνος
Headword (normalized):
ὀκτάμηνος
Headword (normalized/stripped):
οκταμηνος
IDX:
61224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61225
Key:
Data
{'content': 'eight months old'}