Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀκταετία
ὀκταήμερος
ὀκτακαιεικοσέτης
ὀκτάκερκις
ὀκτάκις
ὀκτακισμύριοι
ὀκτακισχίλιοι
ὀκτακισχιλιοστός
ὀκτάκλινον
ὀκτάκνημος
ὀκτακόσιοι
ὀκτακοσιοστός
ὀκτακότυλος
ὀκτάκωλος
ὀκτάλοβος
ὀκταλοχία
ὀκταμερής
ὀκτάμετρος
ὀκταμηνιαῖος
ὀκτάμηνος
ὀκτάξεστος
View word page
ὀκτακόσιοι
eight hundred

ShortDef

eight hundred

Debugging

Headword:
ὀκτακόσιοι
Headword (normalized):
ὀκτακόσιοι
Headword (normalized/stripped):
οκτακοσιοι
IDX:
61215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61216
Key:

Data

{'content': 'eight hundred'}