Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀκριάω
ὀκρίβας
ὀκριοειδής
ὀκριόεις
ὄκρις
ὀκρυόεις
ὀκτάβλωμος
ὀκταγράμματον
ὀκταγωνικός
ὀκτάγωνον
ὀκτάγωνος
ὀκταδάκτυλος
ὀκτάδιον
ὀκτάδραχμος
ὀκταεδρικόν
ὀκτάεδρος
ὀκτάειδος
ὀκταετηρίς
ὀκταέτης
ὀκταετία
ὀκταήμερος
View word page
ὀκτάγωνος
eight-cornered
ShortDef
eight-cornered
Debugging
Headword:
ὀκτάγωνος
Headword (normalized):
ὀκτάγωνος
Headword (normalized/stripped):
οκταγωνος
IDX:
61196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61197
Key:
Data
{'content': 'eight-cornered'}