Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
οἰωνοσκοπεῖον
οἰωνοσκοπέω
οἰωνοσκοπία
οἰωνοσκοπικός
οἰωνοσκόπος
οἰωνοτροφεύς
Ὄκελλος
ὀκέλλω
ὄκκαβος
ὄκκον
ὀκλαδίας
ὀκλαδιστί
ὀκλαδόν
ὀκλάζω
ὀκλάξ
ὀκλάς
ὄκλασις
ὄκλασμα
ὀκνέω
ὀκνηρεύω
ὀκνηρός
View word page
ὀκλαδίας
a folding-chair, camp-stool
ShortDef
a folding-chair, camp-stool
Debugging
Headword:
ὀκλαδίας
Headword (normalized):
ὀκλαδίας
Headword (normalized/stripped):
οκλαδιας
IDX:
61170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61171
Key:
Data
{'content': 'a folding-chair, camp-stool'}