Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἶτος
οἰφεί
οἴφω
Οἰχαλία
Οἰχαλιεύς
Οἰχαλίη
Οἰχαλίηθεν
οἰχητέον
οἰχνέω
οἴχομαι
ὀΐω
ὀίω
οἰωνίζομαι
οἰώνισις
οἰώνισμα
οἰωνιστήριον
οἰωνιστής
οἰωνιστικός
οἰωνόβρωτος
οἰωνοθέτης
οἰωνόθροος
View word page
ὀΐω
hear

ShortDef

hear

Debugging

Headword:
ὀΐω
Headword (normalized):
ὀΐω
Headword (normalized/stripped):
οιω
IDX:
61141
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61142
Key:

Data

{'content': 'hear'}