Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἴστρος
οἶστρος
οἰστροφόρος
οἰστρώδης
οἰσύα
οἰσύϊνος
οἴσυον
οἰσυοπλόκος
οἰσυουργός
οἰσύπη
οἰσυπηρός
οἰσυπίς
οἰσυπώδης
Οἰταῖος
Οἴτη
οἶτος
οἰφεί
οἴφω
Οἰχαλία
Οἰχαλιεύς
Οἰχαλίη
View word page
οἰσυπηρός
with the grease in it, greasy

ShortDef

with the grease in it, greasy

Debugging

Headword:
οἰσυπηρός
Headword (normalized):
οἰσυπηρός
Headword (normalized/stripped):
οισυπηρος
IDX:
61126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61127
Key:

Data

{'content': 'with the grease in it, greasy'}