Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναμονή
ἀναμορμύρω
ἀναμορφόω
ἀναμόρφωσις
ἀναμοχλεύω
ἀναμπέχονος
ἀναμπλάκητος
ἀνάμπυξ
ἀναμυχθίζομαι
ἀναμύω
ἀναμφίβολος
ἀναμφιδόξως
ἀναμφίλογος
ἀναμφισβήτητος
ἀναμφόδαρχος
ἀναμωκάομαι
ἀνανάγκαστος
ἀνανδρία
ἀνανδριεῖς
ἀνανδρόομαι
ἄνανδρος
View word page
ἀναμφίβολος
unambiguous
ShortDef
unambiguous
Debugging
Headword:
ἀναμφίβολος
Headword (normalized):
ἀναμφίβολος
Headword (normalized/stripped):
αναμφιβολος
IDX:
6109
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6110
Key:
Data
{'content': 'unambiguous'}