Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰοχίτων
οἷπερ
ὄϊς
οἶσις
οἰσόκαρπον
οἶσος
οἰσοφάγος
οἴσπη
οἰσπώτη
οἰστέος
ὀΐστευμα
ὀϊστευτής
ὀϊστεύω
οἰστικός
ὀϊστοβόλος
ὀϊστοβρόχιον
ὀϊστοδέγμων
ὀϊστοδόκη
ὀϊστοθήκη
ὀϊστοκόμος
ὀϊστός
View word page
ὀΐστευμα
an arrow from the bow

ShortDef

an arrow from the bow

Debugging

Headword:
ὀΐστευμα
Headword (normalized):
ὀΐστευμα
Headword (normalized/stripped):
οιστευμα
IDX:
61089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61090
Key:

Data

{'content': 'an arrow from the bow'}