Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
οἰνώψ
οἷο
οἰόβατος
οἰοβουκόλος
οἰοβώτας
οἰογένεια
οἰόζωνος
Οἰόθεν
οἰόθεν
οἰόθι
οἰόκερως
οἴομαι
Οἶον
οἱονεί
οἰονοϊστική
οἰονόμος
οἰόνους
οἷόνπερ
οἱονπερεί
οἷόντε
οἰόομαι
View word page
οἰόκερως
one-horned
ShortDef
one-horned
Debugging
Headword:
οἰόκερως
Headword (normalized):
οἰόκερως
Headword (normalized/stripped):
οιοκερως
IDX:
61056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61057
Key:
Data
{'content': 'one-horned'}