Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οἰνορρόδινον
οἰνός
οἶνος
οἰνόσπονδος
οἰνοτόκος
οἰνοτροπικοί
οἰνοτρόποι
οἰνοτρόφος
οἰνουργέω
οἰνουργία
Οἰνοῦσσαι
οἰνοῦττα
οἰνοφαγία
οἰνοφερής
οἰνοφλυγέω
οἰνοφλυγία
οἰνόφλυξ
οἰνοφορέω
οἰνοφόρος
οἰνοφύλαξ
οἰνόφυτος
View word page
Οἰνοῦσσαι
Oenusae

ShortDef

Oenusae

Debugging

Headword:
Οἰνοῦσσαι
Headword (normalized):
οἰνοῦσσαι
Headword (normalized/stripped):
οινουσσαι
IDX:
61012
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-61013
Key:

Data

{'content': 'Oenusae'}